Στο φωτογραφικό σύμπαν της Nelly’s
TEYXOΣ 31, 2023
Κείμενο: ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΕΡΜΙΔΗ
Το να είσαι γυναίκα, καλλιτέχνιδα, φωτογράφος στην Ελλάδα
της δεκαετίας του 1930, να προκαλείς τα χρηστά ήθη της εποχής εξαιτίας της σειράς πορτρέτων με γυμνά μοντέλα στην Ακρόπολη, να γίνεσαι επιτυχημένη επαγγελματίας, να τολμάς να κάνεις το υπερατλαντικό ταξίδι προς τη «γη της Επαγγελίας» και να κατορθώνεις να αναγνωριστείς ακόμη κι εκεί απαιτεί σίγουρα θάρρος αλλά και πάθος. Αυτές είναι μερικές από τις στιγμές της γεμάτης, παραλίγο ενός αιώνα, ζωής
της Έλλης Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη, γνωστής ως Nelly’s.
Eίκοσι πέντε χρόνια από τον θάνατό της η έκθεση με τίτλο «Nelly’s», που φιλοξενεί το Μουσείο Μπενάκη -και τελεί υπό την Αιγίδα της Α.Ε. της Προέδρου της Δημοκρατίας Κατερίνας Σακελλαροπούλου-, καταφέρνει να φωτίσει με πλήρη τρόπο το ολοκληρωμένο έργο της φωτογράφου. Το έργο της Nelly’s είναι πολυδιάστατο και επεκτείνεται πολύ πέρα από τις χαρακτηριστικές εικόνες των γυμνών χορευτριών στην Ακρόπολη, με τις οποίες αναπόφευκτα έχει ταυτιστεί το όνομά της. Με τον φακό της απαθανάτισε πρόσφυγες από τη Μικρά Ασία, πορτρέτα διάσημων ανθρώπων (ηθοποιών, πολιτικών) της εποχής αλλά και της υπαίθρου, καθώς και πολλά αρχαία μνημεία. Πρόκειται για φωτογραφίες με ιδιαίτερη ιστορική αξία, μια και σε αυτές αποτύπωσε τη ζωή στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου.
Η έκθεση του Μουσείου Μπενάκη φωτίζει άγνωστες πλευρές της στο ευρύ κοινό που αποδεικνύουν την καλλιτεχνική αξία της, το πολύπλευρο ταλέντο της και τη σημαντική προσφορά της στην τέχνη της φωτογραφίας στην Ελλάδα. Από το ογκώδες αρχείο της -το οποίο παραχώρησε η ίδια στο Μουσείο Μπενάκη το 1984- έγινε μια επιλογή σχεδόν 350 φωτογραφιών φιλοτεχνημένων από την ίδια τη δημιουργό. Ωστόσο, τα πρωτότυπα έργα συμπληρώνονται από περίπου 150 σύγχρονες ψηφιακές εκτυπώσεις που έγιναν για την έκθεση, πάντα με γνώμονα το φορμά που ακολουθούσε η ίδια όταν παρουσίαζε τη δουλειά της. Η έκθεση του έργου της Nelly’s επιχειρείται με άξονες τις τρεις πόλεις στις οποίες διαμόρφωσε το φωτογραφικό βλέμμα της: Δρέσδη, Αθήνα, Νέα Υόρκη.
Η Έλλη Σουγιουλτζόγλου-Σεραϊδάρη γεννήθηκε το 1899 στο Αϊδίνι της Μικράς Ασίας. Σε νεαρή ηλικία πηγαίνει στη Δρέσδη με τον αδελφό της για να σπουδάσει ζωγραφική, αλλά βλέποντας μπροστά επιλέγει να ασχοληθεί με τη φωτογραφία για λόγους βιοποριστικούς. Από πολύ νωρίς υιοθετεί το ψευδώνυμό της που από μόνο του αποτελεί ένα μυστήριο∙ πώς και γιατί από το βαφτιστικό της όνομα Έλλη προέκυψε το Νέλλυ. Δύο και μοναδικές είναι μάλιστα οι φωτογραφίες που υπέγραψε ως Έλλη Σουγιουλτζόγλου.
Η αφήγηση της έκθεσης ξεκινά από τις σπουδές της στη Δρέσδη με δασκάλους τους μεγάλους μετρ της φωτογραφίας, Ούγκο Έρφουρτ και Φραντς Φίντλερ. Εδώ ασχολείται για πρώτη φορά με τη φωτογράφιση χορού και γυμνού και είναι αυτές οι φωτογραφίες στη Γερμανία -αλλά κυρίως οι μετέπειτα στην Ακρόπολη- που την αναδεικνύουν σε κορυφαία φωτογράφο χορού του Μεσοπολέμου. Το 1924 εγκαθίσταται στην Αθήνα και ανοίγει το πρώτο της φωτογραφικό στούντιο στην οδό Ερμού, όπου συρρέει η αστική τάξη για να φωτογραφηθεί. Έναν χρόνο μετά καταφέρνει να βάλει το όνομά της στο στόμα όλων: η γυμνή φωτογράφιση της Μόνα Πάεβα (πρώτης μπαλαρίνας της Opera Comique) στον Παρθενώνα το 1925 δημοσιεύεται λίγες ημέρες μετά στον αθηναϊκό Τύπο και προκαλεί τις αντιδράσεις της κοινής γνώμης: βεβηλώθηκε ή όχι το μνημείο της Ακρόπολης από το γυμνό σώμα της χορεύτριας; Οι επιθέσεις του Τύπου είναι σφοδρές. Η ίδια ωστόσο, όπως δήλωνε, πάντα θεωρούσε αυτήν τη φωτογράφιση ως την κορυφαία στιγμή της καριέρας της.
Από το 1928 η Nelly’s περιοδεύει στην ελληνική ύπαιθρο. Ως Ελληνίδα της διασποράς αναπόφευκτα ίσως συνθέτει φωτογραφικά μια ειδυλλιακή Ελλάδα. Φωτογραφίζει συστηματικά τα μνημεία και τους αρχαιολογικούς χώρους, πάντα εικαστικά και με πειραματισμούς με το φυσικό φως. Το 1927 και το 1930 φωτογραφίζει τις Δελφικές Εορτές που διοργάνωναν ο ποιητής Άγγελος Σικελιανός και η σύζυγός του Εύα Πάλμερ. Αμφιλεγόμενη στιγμή της καριέρας της αποτελούν οι φωτογραφίσεις των επετειακών εορτών της 4ης Αυγούστου, του δικτατορικού καθεστώτος της Ελλάδας που επιβλήθηκε από τον Ιωάννη Μεταξά και τον Γεώργιο Β΄.
Ο φωτογραφικός εξοπλισμός της Nelly’s εκτίθεται επίσης στην έκθεση φανερώνοντας τη βαθιά γνώση της γύρω από τη φωτογραφική τεχνολογία, αλλά και τα τεράστια χρηματικά ποσά που απαιτούνταν για την αγορά του: από την πρώτη φωτογραφική μηχανή της που χρησιμοποίησε ως φοιτήτρια στη Δρέσδη μέχρι και έναν υπερμεγέθη μεγεθυντή που έφερε από τη Νέα Υόρκη. Η ίδια ήταν πάντα ενήμερη και εκπαιδευόταν σε κάθε νέα εφαρμογή. Μόλις το 1937 παρακολούθησε στη Γερμανία τα πρώτα μαθήματα έγχρωμης φωτογραφίας, ενώ ασχολήθηκε και με την κινηματογραφική λήψη. Στην έκθεση προβάλλονται δύο ταινίες ψηφιοποιημένες από το υλικό που φυλάσσεται στο αρχείο της, οι οποίες είναι ενδεικτικές των πρώτων πειραματισμών της.
Από τον Ελευθέριο Βενιζέλο μέχρι τον Κωστή Παλαμά, από την Κατίνα Παξινού και τη Σοφία Βέμπο μέχρι τον Μάνο Κατράκη είναι μερικά από τα πρόσωπα που απαθανάτισε ο φακός της. Μια πολύ ιδιαίτερη φωτογραφία που ξεχωρίζει στην έκθεση είναι αυτή του πολύ νεαρού τότε Λάμπρου Κωνσταντάρα, με την ίδια να χρησιμοποιεί το σώμα της ως φόντο με τη στολή εργασίας της, τη λευκή ποδιά, για να δώσει μεγαλύτερη έμφαση στο πρόσωπο του ηθοποιού. Η Nelly’s αγαπούσε ιδιαίτερα την τέχνη του πορτρέτου. Ωστόσο δεν ήταν από τους φωτογράφους που έβγαζαν πολλά αρνητικά: τρεις – τέσσερις λήψεις αρκούσαν για να αποτυπώσει με τον φακό της τον χαρακτήρα του μοντέλου της. Γι’ αυτό προτιμούσε να συζητά σε βάθος με τα μοντέλα της προτού τα φωτογραφίσει, κάτι που είχε διδαχθεί από τους δασκάλους της.
Η τρίτη ενότητα της έκθεσης είναι αφιερωμένη στο έργο που φιλοτέχνησε στη Νέα Υόρκη από το 1939 έως το 1966 και πρόκειται για το λιγότερο γνωστό τμήμα της δουλειάς της. Σε ηλικία 40 χρόνων αποφάσισε να αφήσει την επιτυχημένη επιχείρησή της στην αθηναϊκή πρωτεύουσα και να δοκιμάσει τις δυνάμεις της στον άγνωστο, σε εκείνη, χώρο της αμερικανικής φωτογραφίας. Η απόφασή της για μετάβαση στην Αμερική πάρθηκε -σύμφωνα με την προσωπική μαρτυρία της – όταν εισέβαλε η Γερμανία στην Πολωνία, φοβούμενη ότι θα ξαναζήσει ό,τι και η οικογένειά της στο Αϊδίνι. Με μια άδεια παραμονής μόλις για 23 ημέρες, τελικά έζησε και εργάστηκε στην Αμερική για 27 χρόνια στρεφόμενη προς τη διαφήμιση και την έγχρωμη φωτογραφία καθώς και στο φωτορεπορτάζ. Το 1966 συνταξιοδοτήθηκε, επέστρεψε, με αδυνατισμένη την όρασή της, στην Ελλάδα και αποτραβήχτηκε στο πατρικό σπίτι της στη Νέα Σμύρνη. Δεν ασχολήθηκε ξανά με την τέχνη της μέχρι και το τέλος της ζωής της. Το 1975 η διευθύντρια της εφημερίδας «Η Καθημερινή» Ελένη Βλάχου την αναζήτησε μέσω αγγελίας και η Nelly’s ανταποκρίθηκε. Η πρώτη της συνέντευξη με τη δημοσιογράφο Μαρία Καραβία αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον για την ίδια και το έργο της. Το 1998 σε ηλικία 99 χρόνων πέθανε απολαμβάνοντας πλέον όλη την αναγνώριση που της άξιζε…