Ο Αθηναίος της Εβδομάδας: Δημήτρης Αρβανίτης
Γραφίστας. Γεννήθηκε στη Χαλκίδα. Ζει στο Πολύγωνο. Πιστεύει πως σημαντικό δεν είναι να εικονοποιήσεις μια ιδέα. Σημαντικό είναι να έχεις μια ιδέα.
- «Εγώ θα κάνω τέτοια πράγματα». Αυτό είπα μόλις είδα δυο αφίσες: η μία ήταν του Κάραμποτ και η άλλη του Κατζουράκη. Μου τις χάρισε ένας καθηγητής μου. Έτσι πήρα την απόφαση της ζωής μου. Όταν ήμουν στο σχολείο.
- Γεννήθηκα το 1948 στη Χαλκίδα. Ο πατέρας μου είχε καρνάγιο. Ζωγράφιζα από μικρός. Ζωγραφική έβλεπα μόνο στα έντυπα. Εκθέσεις δεν γινόντουσαν τότε. Είχαμε έναν καθηγητή στο σχολείο, ήταν και ζωγράφος. Δεν μου άρεσαν καθόλου αυτά που έκανε. Είχα παιδική κωλοπαιδίαση τότε. Πίστευα ότι ήμουν το κέντρο του κόσμου, ότι τον έχω ξεπεράσει.
- Από μικρός ήμουνα περιοδικοφάγος. Στο σπίτι έμπαιναν τα περιοδικά ποικίλης ύλης. Πρόλαβα, όμως, περιοδικά όπως ο «Θεατής» και το «Μπουκέτο». Οι εικόνες στα εξώφυλλα με συγκλόνιζαν. Όχι το θέμα, το πλάσιμό τους. Ανακάλυψα τότε αυτό τον εικονογράφο, τον οποίο έμαθα πολλά χρόνια αργότερα. τον Ε. Σπυρίδωνος. Εξπρεσιονιστής ζωγράφος που βιοποριζόταν με αυτό τον τρόπο. Έκανε και πολλά από τα εξώφυλλα της Εστίας. Ήταν η γενιά αυτή που έφτασε μέχρι τον Κατζουράκη και τον Κάραμποτ, αυτοί που είχαν εικαστική εκπαίδευση.
- Άρχισα να πλάθω μόνος μου έναν ολόκληρο κόσμο. Αντέγραφα το λογότυπο των «Νέων», το πακέτο του Άσσου, έφτιαχνα καλλιγραφία και γράμματα. Στα δεκατέσσερα ανακάλυψα τον Καμύ. Δε τον καταλάβαινα, αλλά έφτιαχνα τα δικά μου εξώφυλλα στα βιβλία του. Με μαρκαδόρους, σε χαρτονάκια.
- Το 1965 ήρθα να σπουδάσω στην Αθήνα. Είχα περάσει στην Καλών Τεχνών. Στη σχολή κάθισα δυο χρόνια. Είχα δάσκαλο τον Νικολάου. Αυτός ο εκπληκτικός άνθρωπος μου άνοιξε τα μάτια. Κάποια στιγμή διέκοψα, πήγα φαντάρος. Μετά έφυγα στις Βρυξέλλες. Εκεί έκανα ντιζάιν. Όλα αυτά συμβαίνουν γύρω στο ’70. Όταν γύρισα στην Ελλάδα, δεν ήξερα τι ήμουν. Παρέπαια μεταξύ ζωγραφικής και ντιζάιν για αρκετά χρόνια.
- Στην Ελλάδα, από τη δεκαετία του ’60 ήδη, είχε γίνει το μπουμ από το διαφημιστικό κέντρο Κ&Κ-Κάραμποτ & Κατζουράκης, οι οποίοι είχαν αρχίσει να κάνουν αφίσες για τον τουρισμό. Υπήρχε, λοιπόν, ένα έδαφος το οποίο είχε αρχίσει να αναπτύσσεται. Μέχρι τότε είχαν προηγηθεί, σε εποχές που δεν έχουν καταγραφεί, μεγάλα ονόματα όπως ο Σπαχής και ο Καστανάκης, δύο πολύ σπουδαίες προσωπικότητες που έκαναν αφίσες για καταναλωτικά προϊόντα. Λαμπεροί αστέρες. Αυτά τη δεκαετία του ’50. Από τα εικαστικά προέρχονταν και δύο άλλα μεγάλα ονόματα, ο Βακιρτζής και ο Τάσσος. Και ο χαράκτης Γιάννης Κεφαλληνός, ο οποίος διαμόρφωσε τις αντιλήψεις για το print. Υπήρχε, λοιπόν, τότε ένα τοπίο. Υπήρχαν μεγάλες διαφημιστικές εταιρείες αλλά όχι ένα σώμα να βγάζει μια ελληνική γραφιστική κατάσταση, έναν χαρακτήρα ελληνικό. Δεν υπήρξε τίποτα οργανωμένο. Υπήρξε η μεγάλη σχολή του Δοξιάδη από την οποία αποφοιτούσαν εξαιρετικοί γραφίστες, αλλά ένα ρεύμα δεν είχε μπορέσει να δημιουργηθεί.
- Αποφάσισα ότι η διαφήμιση δεν με ενδιέφερε. Πιάνω τότε δουλειά σε μια φαρμακευτική εταιρεία. Έφτιαχνα τα φυλλάδια. Εκεί συναντάω έναν κολλητό του Γιώργου Μπαράκου και του Τάσου Φαληρέα – Μπαράκος είχε τότε το Τζαζ Κλαμπ στην Πλάκα. Μου ζητάει να του κάνω μια αφίσα. Ήταν η πρώτη αφίσα για την τζαζ στην Ελλάδα. Εν τω μεταξύ, ο Φαληρέας είχε φύγει τότε από τη Λύρα, είχε πάει στην Κολούμπια. Ήταν στο ξένο ρεπερτόριο, αλλά το ελληνικό τον ενδιέφερε. Ο Μπιθικώτσης, ο Διονυσίου… Με πήγε εκεί και ξεκίνησα με τα εξώφυλλα των δίσκων. Βρέθηκα μέσα σε έναν θησαυρό. Ήταν και η μεγάλη μου ευκαιρία, επειδή τότε ήθελαν τότε να έχουν δικό τους τμήμα μέσα στην εταιρεία να κάνει όλη αυτήν τη δουλειά με τα εξώφυλλα.
- Με τη Μεταπολίτευση αρχίζει και η κοσμογονία της αλλαγής των εργαλείων. Φύγαμε από το κλασικό τυπογραφείο και φτάσαμε στη φωτοσύνθεση. Εκεί έγινε και το μεγάλο μπάχαλο. Όρισε δεδικασμένα, πράγματα τα οποία δεν συνέβαιναν στην τυπογραφία. Αυτό έγινε επειδή οι άνθρωποι που μπήκαν στο νέο μέσο να το υπηρετήσουν ήταν πληκτρολόγοι, δακτυλογράφοι. Δεν ήξεραν τα μυστικά. Εκεί χάθηκε και όλη η ιστορική μνήμη που μετέφερε η ελληνική τυπογραφία μέχρι εκείνη την εποχή. Εξαφανίστηκε αυτό το στοιχείο.
- Πιστεύω ότι στα χρωμοσώματά μας ενυπάρχει η σχέση με το γράμμα. Βλέπω με μεγάλη παρηγοριά σήμερα ότι δυο-τρεις γενιές μετά από μένα, νέα παιδιά, έχουν ενδιαφέρον γι’ αυτά τα πράγματα και τα ψάχνουν, με μεγάλες δυσκολίες, χωρίς αρχεία. Ακόμα και σήμερα δεν μπορούμε να συγκροτήσουμε ένα σώμα ελληνικής γραφιστικής., παρόλο που έχουμε πολύ καλούς και πολύ μορφωμένους γραφίστες.
- Μπερδεύουμε τη μίμηση και την επιρροή. Η επιρροή δουλεύεται, εξελίσσεται. Και δεν ξέρουμε να δουλεύουμε ομαδικά. Να δουλεύεις για τη δουλειά και όχι για την πάρτη σου.
- Είμαστε πολύ αυτάρεσκοι σε αυτήν τη δουλειά. Δεν καταλαβαίνουμε πως οτιδήποτε παράγεται σήμερα είναι εφήμερο. Δεν χτίζει κανείς τον Παρθενώνα, ούτε είμαστε οι Τουλούζ Λοτρέκ της εποχής μας. Πολύ δύσκολα σου αρέσει μόνο ένας. Έχεις χιλιάδες αγαπημένους. Και μπορεί να δεις μια δουλειά αριστουργηματική που έχει κάνει ένας σπουδαστής από την Κοζάνη. Δεν είμαστε το κέντρο του κόσμου.
- Για μένα δεν υπάρχει καλή και κακή αισθητική. Η αισθητική είτε υπάρχει, είτε απουσιάζει. Δεν μπορείς συνεπώς να πάρεις μια κεντροευρωπαϊκή ιδέα και να τη βάλεις σε ένα πρόγραμμα ενός θεάτρου και σε ένα κουτί από πίτσες.
- Δεν μπορείς να αλλοιώσεις την εικόνα του μπουκαλιού του ελληνικού λαδιού έτσι εύκολα. Έχουν ιδρώσει οι ελληνικές εταιρείες δεκάδες χρόνια να το κάνουν brand. Δεν γίνεται να το βάλεις σε ένα μπουκάλι κολόνιας. Ούτε να βαφτίσεις την κολόνια λάδι. Ας σπάσουμε την αυταρέσκειά μας, να θυμηθούμε πράγματα και αρχές που ξεχάστηκαν στις ροές του χρόνου, την ίδια μας την ιστορία που δεν μπορέσαμε να τεκμηριώσουμε. Αλλιώς, πώς θα προχωρήσουμε;
- Ποτέ στη δουλειά δεν έκανα σχέδια. Δεν προγραμμάτισα την επόμενη κίνηση. Μου άρεσε να αλλάζω, να μην πιάνω χορτάρι. Έτσι πήγα και στη Μinos, έτσι άρχισα να σχεδιάζω και εξώφυλλα βιβλίων. Προέκυπταν τα πράγματα. Η μια δουλειά έφερνε την άλλη. Τη δεκαετία του ’80 πήγα στον «Ταχυδρόμο». Ήταν η εποχή που τελείωνε το ασπρόμαυρο και έμπαινε το χρώμα – άλλη κοσμογονική αλλαγή. Είναι η δεκαετία μέσα στην οποία τελείωσα με τις υπαλληλικές σχέσεις και έγινε το Εspresso Studio. Αυτή ήταν η πιο παραγωγική δεκαετία μου.
- Η είσοδος των υπολογιστών στη δουλειά με απελευθέρωσε., επειδή κατάλαβα νωρίς ότι αν τον βγάλεις από την πρίζα, δεν δουλεύει. Δουλεύει όταν εσύ έχεις τις παρακαταθήκες. Είναι μια μετεξέλιξη των παλιών εργαλείων, που πρέπει να εμπεριέχει και τη γνώση των παλιών εργαλείων. Είμαι απογοητευμένος γιατί όποιος έχει έναν υπολογιστή νομίζει ότι μπορεί να παράγει έργο. Είναι πολύ σκληρό το ντιζάιν. Γίνεται όλο και πιο δύσκολο όσο προχωράνε τα πράγματα και περνάει η ζωή.
- Σημαντικό δεν είναι να εικονοποιήσεις μια ιδέα. Σημαντικό είναι να έχεις μια ιδέα. Σημασία δεν έχει τι προτείνεις. Σημασία έχει αυτό που έχεις πετάξει και ο λόγος που τα έχεις πετάξει. Σήμερα, πιστεύω πως μετά από έναν ορυμαγδό των πραγμάτων, ξαναγυρίζουμε στην απλότητα. Η βάση μου είναι το λευκό χαρτί. Εγώ έτσι έμαθα και έτσι θα τελειώσω. Μου αρκεί ως φόντο, αν έχω μια ιδέα. Να τη βάλω επάνω και να την κάνω επικοινωνία, επειδή στη γραφιστική το πιο σημαντικό είναι το συντακτικό της εικόνας σου. Αυτό δημιουργεί την ομορφιά της συγκεκριμένης δουλειάς.
- Αν χαρακτήριζα τον εαυτό μου, θα τον θεωρούσα μονομανή. Έχω ασχοληθεί με ελάχιστα πράγματα. Τα graphics, την τζαζ, εκεί κατοικώ χρόνια. Τον γιο μου τον βάφτισα Θελόνιους. Για να τιμήσω τον Θελόνιους Μονκ. Έπεισα τον παπά ότι είναι χριστιανικό όνομα. Τα πολιτικά και τα κοινωνικά έπονται. Είναι ένα στοιχείο που έχουμε όλοι λίγο ως πολύ.
- Έμενα για πολλά χρόνια στο κέντρο, Κυψέλη, Πατήσια. Κατέβαινα το πρωί τη Φωκίωνος Νέγρη που ήταν ένα αριστούργημα και πήγαινα στον «Ταχυδρόμο», στη Χρήστου Λαδά, με τα πόδια. Αυτό είναι κάτι που μου έχει λείψει πια.
- Το κέντρο είναι σπουδαίο. Δεν έχεις διαφυγές αλλού. Οι ανάσες που παίρνω είναι στο κέντρο. Νομίζω ότι τα δύο τελευταία χρόνια αλλάζει λίγο η ατμόσφαιρα. Ανοίγουν μικρά, ωραία μαγαζιά, ενδιαφέροντα.
- Δεν μου αρέσει καθόλου το ότι κάνουμε μόνο διαπιστώσεις. Συνεχώς1 Όπως: «Δεν έχουμε πράσινο». Το ξέρουμε. Κάνε κάτι. Με ενοχλεί απίστευτα η βρόμα και όλα αυτά τα tags στους τοίχους. Δεν έχουμε αποφασίσει αν ο δημόσιος χώρος ανήκει σε εμάς ή σε όποιον θέλει να ασχημονεί. Μακάρι να ζωγράφιζαν όλη την πόλη οι καταπληκτικοί street artists που έχουμε. Αντί γι’ αυτό, έχουμε παντού μουντζούρες. Αυτό το εισπράττω ως βία και έλλειψη αισθητικής.
- Έχω παρέες και φίλους από πολύ παλιά. Κάναμε σαν τρελοί να τελειώσουμε τη δουλειά και να πάμε σε ένα μπαρ. Όχι για να πιούμε, για να βρεθούμε. Πήγαινες κάπου και ήξερες ότι θα περάσει ο Κώστα Γιαννουλόπουλος, ο Χρήστος Βακαλόπουλος, ο Μισέλ Δημόπουλος και θα περάσει και αυτός κι εκείνος. Ένα πράγμα, σαν να σου έκαναν δώρα. Αυτές οι παρέες διαμόρφωσαν κάτι. Όμως η ζωή ρέει σαν ένα κομμάτι του χρόνου και ο καθένας ορίζει τον τρόπο του, όπως ο ίδιος θέλει. Χάνονται αυτά. Κι εμείς δεν είμαστε πια τριάντα χρόνων.
- Θα σ’ το πω επειδή θα με ρωτήσεις. Ο Τάσος μου λείπει πιο πολύ απ’ όλους. Ο Τάσος Φαληρέας. Ο Φαληρέας είχε μεγαλείο. Θα σου μόνο αυτό: δεν είχε βιβλιοθήκη σπίτι του. Διάβαζε ένα βιβλίο σχεδόν κάθε μέρα και το χάριζε. Άνθρωπος που δεν ήθελε να έχει εξαρτήσεις. Αν και δεν ήταν πολύ μεγαλύτερός μας, μας είχε όλους σαν παιδιά του.
- Λέω καμιά φορά ότι πολλοί άνθρωποι αγωνίστηκαν για μια μεταβολή. Κυρίως στη μουσική. Ανοίγω την τηλεόραση και βλέπω όλο αυτό τον πάτο. Τον απύθμενο πάτο. Η ποιοτική μεταστροφή που έχει συμβεί είναι εντελώς δυσανάλογη με αυτά που μάθαμε από τους προηγούμενους. Δεν ξέρω τι να πω. Και μου φαίνεται πολύ βαρετό να συμβουλεύουμε τους νεότερους. Ας βρούμε κάτι άλλο. Ας μοιραστούμε, έστω, αυτό που μας ευχαριστεί.
- Το ντιζάιν για μένα δεν είναι μόνο ένα επάγγελμα. Δεν ξέρει μόνο να πουλάει προϊόντα και κοινωνικές υπηρεσίες. Έχει μια ευθύνη κοινωνικής δράσης. Γιατί έχει τη δύναμη, το εργαλείο να μπορέσει να το κάνει. Αυτό θεωρώ ουσιαστικό σήμερα, να αναπτύξουμε την αλληλεγγύη και τον εθελοντισμό. Όταν ακούω να κατηγορούν τους Atenistas επειδή είναι τάχα χομπίστες, λέω «Φανταστείτε μια πόλη με εκατό ομάδες από χομπίστες που κάνουν καλό στην πόλη». Δηλαδή, ένας που γράφει ένα σύνθημα στον τοίχο και επαναλαμβάνεται επί σειρά ετών, μου λέει σήμερα κάτι περισσότερο;
- Τι λέω για τις γενιές; Ότι αποτυχημένες γενιές είναι αυτές που δεν βγάλανε καλούς μαθητές. Σήμερα υπάρχουν πολλά νέα ταλέντα στην τέχνη. Τα παιδιά έχουν πολύ πιο δημιουργικά μυαλά. Και πρέπει να τους αφήσουμε ήσυχους. Γεννάμε έναν ηλικιακό ρατσισμό. Πάμε και διαγωνιζόμαστε δίπλα στους νέους, για να δείξουμε ότι υπάρχουμε. Το θεωρώ ανεπίτρεπτο. Δηλαδή, τι; Θα βγουν οι νέοι και θα μας πάρουν τις δουλειές; Το μεγαλύτερο παραμύθι είναι αυτό. Τίποτα δεν κάνουμε έτσι. Απλώς δημιουργούμε μια ανταγωνιστική κοινωνία.
- Ποια είναι η πιο ισχυρή επιρροή μου όλα αυτά τα χρόνια; Η ποίηση. Ευτυχώς, υπάρχουν μπεστ-σέλερ που περιφρονούμε και οι εκδότες από τα κέρδη εκδίδουν τους νέους ποιητές. Τι τα λέω; Τα έχει πει ο Χατζιδάκις: «Αυτή η μουσική πλέμπα κάνει τις εταιρείες να βγάζει τα έργα μας».
Πηγή: www.lifo.gr