Αρχή

Η δεοντολογική ευθύνη του σχεδιαστή

1. Ο Κώδικας Δεοντολογίας της Ico-D και νομοθεσία για τα Πνευματικά Δικαιώματα υπάρχουν αναρτημένα στην ιστοσελίδα της Ένωσης Γραφιστών Ελλάδας.

2. Η Ico-D φαντάζει τουλάχιστον ουτοπική, αν όχι γραφική, όταν τονίζει ότι «κανένας σχεδιαστής δεν θα αποδεχθεί ή θα ασχοληθεί εν γνώσει του με εργασία κατά την οποία το προσωπικό του όφελος είναι αντίθετο προς το επαγγελματικό του καθήκον».

 

Γράφει ο Ευάγγελος Κασσαβέτης
σχεδιαστής

 

Οι περισσότεροι από εμάς αντιλαμβανόμαστε την κλαδική συλλογικότητα ως μίζερη συντεχνιακή εσωστρέφεια που επιδρά ανασταλτικά στη σύγχρονη δημιουργική παραγωγή. Χαράζουμε και ακολουθούμε με ματαιοδοξία ατομικές πορείες, είτε ως κορυφαίοι πρωτοπόροι σχεδιαστές που ανοίγουν δρόμους και δημιουργούν τάσεις, για να ακολουθούν οι πολλοί και να αντιγράφουν οι επιτήδειοι, είτε ως ιδιόρρυθμοι μοναχικοί καλλιτέχνες που διαχωρίζουν την πορεία τους από την αδαή μάζα των συναδέλφων…

Ολοκληρώνοντας αυτή τη μικρή σειρά άρθρων για την κοινωνική ευθύνη του σχεδιαστή, οφείλουμε να αναφερθούμε στην κοινωνική διάσταση της επαγγελματικής δεοντολογίας. Στην ουσία, βέβαια, όλες οι εκφάνσεις της κοινωνικής μας ευθύνης συνιστούν δεοντολογική υποχρέωση. Υπάρχουν όμως κάποιες πλευρές της καθημερινής μας επαγγελματικής πρακτικής που, αν και υπάγονται σε συγκεκριμένες δεοντολογικές επιταγές, σπάνια τις ακολουθούν.

Όταν μιλάμε για δεοντολογία, συνηθίζουμε να την ταυτίζουμε με το σεβασμό της πνευματικής ιδιοκτησίας. Περιοριζόμαστε σε συζητήσεις γύρω από θέματα αντιγραφής, κλοπής, χρήσης έργου χωρίς τη σχετική άδεια ή χωρίς αναφορά στο δημιουργό. Τις περισσότερες φορές, ο σχετικός προβληματισμός περιστρέφεται γύρω από την αναγνώριση του δημιουργού. Με άλλα λόγια, θυμόμαστε την επαγγελματική δεοντολογία μόνο ως εργαλείο επιβεβαίωσης του δημιουργικού μας εγωισμού.

Αλλά οι κανόνες δεοντολογίας δεν αφορούν μόνο τις ενδοεπαγγελματικές συναδελφικές σχέσεις και δεν εξαντλούνται σε θέματα πνευματικών δικαιωμάτων. Προσδιορίζουν επίσης τη σχέση με τον πελάτη και τις υποχρεώσεις που αναλαμβάνουμε στο πλαίσιο της συνεργασίας μαζί του. Για παράδειγμα, όπως ρητά αναφέρεται στον Κώδικα Δεοντολογίας του Παγκοσμίου Συμβουλίου Ντιζάιν Ico-D, 1 «ο σχεδιαστής οφείλει να μην αποδέχεται ταυτόχρονα περισσότερες από μία αναθέσεις εργασιών, όταν αυτές ανατίθενται από ευθέως ανταγωνιστικούς πελάτες, χωρίς προηγουμένως να ενημερώσει τον πελάτη ή εργοδότη του». Επίσης, «κάθε σχεδιαστής οφείλει να διαχειρίζεται απόλυτα εμπιστευτικά τις πληροφορίες που προέρχονται από τον πελάτη του» και επιπλέον «κάθε σχεδιαστής οφείλει, ως εργοδότης, να εξασφαλίζει ότι η δέσμευσή του αυτή επεκτείνεται και προς τα μέλη του προσωπικού του».

Αλλά και απέναντι στους συναδέλφους, ο Κώδικας Δεοντολογίας της Ico-D θέτει ποικίλες υποχρεώσεις, πέραν αυτών του σεβασμού της πνευματικής περιουσίας. Αναφέρουμε ενδεικτικά ότι «κάθε σχεδιαστής οφείλει να μην αποδέχεται ανάθεση εργασίας για την οποία εργάζεται ήδη άλλος συνάδελφος, χωρίς προηγούμενη ενημέρωσή του» αλλά και «κάθε σχεδιαστής οφείλει να μη λαμβάνει μέρος σε οποιοδήποτε διαγωνισμό -κλειστό ή ανοιχτό- οι όροι του οποίου είναι αντίθετοι με τους κανονισμούς της Ico-D».

Για να επανέλθουμε στην πνευματική ιδιοκτησία, είναι αυτονόητο ότι, αν και δεν πρέπει να μονοπωλεί τη συζήτηση περί δεοντολογίας, αποτελεί κρίσιμο πεδίο εφαρμογής της. Και εδώ η ευθύνη μας δεν περιορίζεται στην προφανή υποχρέωση σεβασμού και προστασίαςτων πνευματικών δικαιωμάτων, αλλά επεκτείνεται και στην υποχρέωση ευαισθητοποίησης της αγοράς και της κοινωνίας. Οι πελάτες μας, στην πλειοψηφία τους, δεν γνωρίζουν ότι το γραφιστικό προϊόν αποτελεί, εκτός των άλλων, πνευματική δημιουργία. Ο σχεδιαστής έχει την ευθύνη να ενημερώνει τον πελάτη για όλα τα ζητήματα που σχετίζονται με την πνευματική ιδιοκτησία και τα σχετικά δικαιώματα. Η Ico-D τονίζει ότι «κάθε σχεδιαστής οφείλει να μην ακολουθεί τις οδηγίες πελάτη του, όταν αυτές συνιστούν κλοπή πνευματικής ιδιοκτησίας». Ο σχεδιαστής οφείλει επίσης να αναδείξει τη σημασία που έχει ο σεβασμός της πνευματικής ιδιοκτησίας για τον ίδιο τον πελάτη. Να του εξηγήσει ότι η προστασία της πνευματικής ιδιοκτησίας αφορά κατ’ επέκταση τον ίδιο και την επιχείρησή του. Διασφαλίζει τα δικά του προϊόντα και τις δικές του ιδέες από αντιγραφές και απομιμίσεις, εξασφαλίζοντας έτσι τη δική του περιουσία.

Η δεοντολογία, ως κώδικας επαγγελματικής συμπεριφοράς, αποσκοπεί στην καθιέρωση ενός υγιούς επαγγελματικού προτύπου και την ισχυροποίηση του κύρους και της συνοχής του κλάδου. Απευθύνεται στο εσωτερικό του επαγγελματικού μας πεδίου, καλλιεργώντας αξιοπρεπείς συναδελφικές σχέσεις και εξασφαλίζοντας ένα στέρεο συλλογικό υπόβαθρο. Ταυτόχρονα, διαχέεται μέσα από τους πελάτες μας στο ευρύτερο κοινό και την αγορά, προάγοντας την αξιοπιστία του επαγγέλματος του σχεδιαστή και την αξία του σχεδιαστικού έργου του.

Όλα αυτά έχουν ειπωθεί και ξαναειπωθεί πάμπολλες φορές στο πλαίσιο κλαδικών συζητήσεων και ημερίδων. Εντούτοις, δεν αποτελούν ακόμη κοινό και κατασταλαγμένο κεκτημένο του κλάδου των σχεδιαστών οπτικής επικοινωνίας. Οι περισσότεροι από εμάς αντιλαμβανόμαστε την κλαδική συλλογικότητα ως μίζερη συντεχνιακή εσωστρέφεια που επιδρά ανασταλτικά στη σύγχρονη δημιουργική παραγωγή. Χαράζουμε και ακολουθούμε με ματαιοδοξία ατομικές πορείες, είτε ως κορυφαίοι πρωτοπόροι σχεδιαστές που ανοίγουν δρόμους και δημιουργούν τάσεις, για να ακολουθούν οι πολλοί και να αντιγράφουν οι επιτήδειοι, είτε ως ιδιόρρυθμοι μοναχικοί καλλιτέχνες που διαχωρίζουν την πορεία τους από την αδαή μάζα των συναδέλφων. Και κάπως έτσι ξεθωριάζουν οι αξίες που περιφρουρούν τη συλλογικότητα και αχρηστεύεται το δεοντολογικό οπλοστάσιο που προστατεύει το σχεδιαστικό έργο. Και καταλήγουμε σε μια κοντόφθαλμη ιδιοτέλεια, όπου ο κάθε δημιουργός σέβεται μόνο τον εαυτό του και προστατεύει αποκλειστικά και μόνο τη δουλειά του. 2